Τα Βαλτσινιώτικα
Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα
εδώ στα Βαλτσινιώτικα
θα λέμε τον καημό μας,
τα βάσανα, τις πίκρες μας,
τα άσχημα απ΄ το χωριό μας.
Ως πατριώτης φίλοι μου κι ως Βαλτσινιώτης βέρος
ακούστε το παράπονο για τούτο εδώ το μέρος.
Κοιτάξτε με πως ντύθηκα… εφόρεσα γραβάτα
για να τα πω ελεύθερα, αντρίκια και σταράτα.
Πήρα και στιλ ανάλογο, κορδώθηκα σαν λόρδος
και παραλίγο έλειψε να φύγει κι ένας πόρδος
Για δέστε πως κατάντησαν την έρμη την Ελλάδα,
από το θρόνο των θεών τη ΄ρίξαν στον καιάδα.
Τα φαντς κι οι τοκογλύφοι μας, οι ξένοι κι οι εταίροι
αφού μας καλομάθανε τώρα μας βάζουν χέρι.
Με τα δικά τους δανικά, με τις δικές μας πλάτες
μας μάθανε στο Βαλτινό να βάζουμε γραβάτες.
Και πάνω που συνήθεια μας έγιναν τα λούσα
ήρθανε και μας κούρεψαν την ευρωμακρομαλλούσα.
Μας στέρησαν τα όνειρα, μας πάνε πίσω χρόνια,
μας καταστρέφουν τη ζωή του κόσμου τα τελώνια.
Μα που θα πάει… έρχονται και οι καιροί γυρνάνε
πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ΄ναι.
...........................................................................................
Τα Βαλτσινιώτικα
Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα
εδώ στα Βαλτσινιώτικα
θα λέμε τον καημό μας,
τα βάσανα, τις πίκρες μας,
τα άσχημα απ’ το χωριό μας.
Για δέστε πως κατάντησαν οι αρχόντοι τους ανθρώπους
να τους τα αρπάξουν βρήκανε κι εφηύραν χίλιους τρόπους.
Αυτοί… την εξαθλίωση τη λένε σωτηρία,
κάπου βρομάει φίλοι μου αυτή η ιστορία
Όλοι χαμένα τα ‘χουνε μέσα σ’ αυτή τη κρίση
κι εναγωνίως ψάχνουνε να βρούνε κάποια λύση.
Το Βαλτινό κι η χώρα μας όλο κατρακυλάνε,
μ’ αυτόν τον τρόπο, πέστε μου, τα πράγματα που πάνε;
Τώρα στις πλάτες ρίξανε της φτώχειας, τα μνημόνια
κι όλα τα βάρη ο λαός θα κουβαλάει για χρόνια.
Για δέστε πως με φόρτωσαν, κοιτάξτε τώρα χάλι
σαν αχθοφόρο μ’ έκαναν, τον έρμο, σαν χαμάλη.
Φόροι, αυξήσεις, δάνεια, τέλη, δασμοί, και δόσεις
που να φτουρήσει η σύνταξη και πόσα να πληρώσεις;
Φταίω κι εγώ που άφησα να με περνούν για βλάκα
και κάθε που εψήφιζα, εψήφιζα για πλάκα.
Μα θα τους πάρει ο διάολος όλους σ αυτή τη χώρα
αν ο λαός στα χέρια του την τύχη πάρει τώρα.
Και σας το λέω υπεύθυνα ως βέρος Βαλτσινιώτης
σ’ αυτή την επανάσταση, μπροστά θα ‘μαι στρατιώτης…
..............................................................................................
Τα Βαλτσινιώτικα
Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα
εδώ στα Βαλτσινιώτικα
θα λέμε τον καημό μας,
τα βάσανα, τις πίκρες μας,
τα ωραία απ το χωριό μας…
Προχθές που λέτε θέλησε
ο εγκέλαδος να παίξει
και κούνησε το Βαλτινό
με 3,6.
Στις δύο τα μεσάνυχτα
μας έσπειρε τον τρόμο
και για καλό και για κακό
εβγήκαμε στο δρόμο.
Φαίνεται πως δοκίμασε
τα ρίχτερ του πριν φέξει
να δει την ετοιμότητα,
το σύστημα αν θα αντέξει.
Δεν φτάνουν τόσα βάσανα
που δέρνουν τον κοσμάκη
ένας σεισμός μας έλειπε
να δέσει το φαρμάκι.
Αυξήθηκαν οι φόβοι μας
τρομάξαμε λιγάκι
μα στο φινάλε απρόσμενα
χορέψαμε συρτάκι.
............................................................................................
Τα Βαλτσινιώτικα
Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα
εδώ στα Βαλτσινιώτικα
θα λέμε τον καημό μας,
τα βάσανα, τις πίκρες μας,
τα ωραία απ το χωριό μας…
Άναψε ο τόπος κάηκε
μας έπνιξε η ζέστη,
δεν έφταναν τόσα δεινά
ο τόπος μας, που υπέστη…
Ανέβηκε κι ο υδράργυρος
σαν σπρενς, σαν τα επιτόκια,
και πέσαν μόνο οι τιμές
στα έρμα καλαμπόκια.
Έφθασε και στο Βαλτινό
ο καύσωνας, τουτέστι,
πιάστε τους ίσκιους τους χοντρούς
κι ασπρίστε με ασβέστη.
Πιάστε πλατάνια σκιερά,
βρείτε καλή παρέα,
καλαμπουρίστε ξένοιαστα
για να περνάτε ωραία.
Πιάστε και τις κιθάρες σας
κι αρχίστε το τραγούδι
καίει που καίει ο καύσωνας,
ας καεί και το πελεκούδι!
..............................................................................................
Τα Βαλτσινιώτικα
Έτσι κι αλλιώς κι αλλιώτικα
εδώ στα Βαλτσινιώτικα
θα λέμε τον καημό μας,
τα βάσανα, τις πίκρες μας,
τα ωραία απ’ το χωριό μας
Καλά λοιπόν περάσαμε και τούτη την βδομάδα
ξεχάσαμε τα βάσανα που δέρνουν την Ελλάδα.
Και με τη Βαλτσινιώτικη ανεμελιά και χάρη
αναθαρρέψαμε ξανά, «πατήσαμε ποδάρι».
Ξεφύγαμε απ την κόλαση της τηλεοκρατίας
που εκμαυλίζει τις ψυχές και θρέφει «τα… της βίας»
και σπέρνει φόβο, πανικό σύγχυση, απελπισία,
παθητικούς και άβουλους «ανθρώπους» για θυσία.
Ήταν τ΄ Αγίου πνεύματος τριήμερη αργία
για βόλτα ολιγοήμερη, η καλύτερη ευκαιρία.
Πολλοί βρεθήκαν σε βουνά, άλλοι σε παραλίες
κι όσοι δεν πήγαν πουθενά εβγήκαν στις πλατείες.
Φωνάξανε για το άδικο, το δίκιο τους γυρέψαν
και μες στην αγανάκτηση γλεντήσαν και χορέψαν.
Γλέντήσαν με τα αθάνατο κρασί του εικοσιένα
κι όλοι μαζί σαν μια γροθιά είπαν να γίνουν ένα.
Να πούνε ΟΧΙ! Δυνατά, σε φτώχια, σε ανεργία,
σε κάθε τι, που στους λαούς γεννάει τη δυστυχία.
........................................................................................